26 Νοεμβρίου 2012
1 Νοεμβρίου 2012
Το μαύρο τι-σερτ
Το μαύρο τι-σερτ
τα χαιρετίσματα σε όλους στέλνει ο Ηλίας
Μας επιθύμησε
είμαστε ο κόσμος λέει ο δικός του
εκεί που βρέθηκε δεν είναι ο εαυτός του
Έχουνε δίκιο είπε εκείνοι που φωνάζουν
μιας κι όλα γύρω μας χωρίς εμάς αλλάζουν
Πήρα τ' ακουστικό να πω μια καλημέρα
Κόσμος σου Ηλία το παιδί σου
δείξ'του το δρόμο
Σιγή...
Ψάχνω μιαν άκρη να τον κάνω αστυνόμο
Τα λόγια μείναν στον αέρα
Σα διακοπή της ΕΡΤ
Τις συμβουλές σου Γιώργο άσ'τες
του πάει το μαύρο το τι-σερτ
και διώχνει μετανάστες
22 Οκτωβρίου 2012
Ένα αστέρι
Ένα αστέρι
Τ' αστέρι μου όταν κρύβουνε
δυο σύννεφα βαριά
ας γίνεται αστρόσκονη
μες στης βροχής τις στάλες
Της Άνοιξης τα πρωινά
στων φύλλων πάνω τη δροσιά
το τρεμοφώτισμά του
κι η ανάκλασή του στα νερά
τα καλοκαίρια τα καυτά
να λαμπυρίζει
Μα κάθε βράδυ έναστρο
στης κάμαράς σου τον Νοτιά
το μόνο ακίνητο
το πιο λαμπρό
έξω απ' το παραθύρι
θα είναι εκεί να σε κοιτά
να σε προσέχει ν' αγρυπνά
γιατί στη Γη του έδωσες
και σου χρωστά χατήρι
11 Οκτωβρίου 2012
7 Οκτωβρίου 2012
Οξύμωρος
Οξύμωρος
Ψυχή κρυμμένη πίσω από κρίμα κι από ζήτω
να αφουγκραστούν αναζητούσε οι γύρω
και να γνωρίζουν της σιωπής τη γλώσσα
Με κάλεσε στον ώμο της να γείρω
να κλάψουμε μαζί τα τόσα
τα όσα μας πληγώνουν για όσα θυσιαζόμαστε
Κι οι δυο χιτώνα δεύτερο με αγάπη μοιραζόμαστε
μα αυτούς που αγαπήσαμε πάψαμε να νοιαζόμαστε
Έτσι μ' αγάπη πάλι
ακόμα έναν ράψαμε χωρίς να χρειαζόμαστε
Και τότε κλαψαμε μαζί στ' αλήθεια
γιατί δε νιώσαμε ποτέ πόσο πολύ φοβόμαστε
Αυγή
Αυγή
Δάκρυ του Μάη Φθινόπωρο
και πάλι καλοκαίρι
στης χώρας μου τα μέρη
που ο ήλιος δεν ξεχνά
Μα όλα τα οράματα θολά
στην καταχνιά την ομιχλώδη
Ένστικτα ζώου θηριώδη
παθογενώς γεννοβολά
Κι ανάσα κοφτή
Αγκιστρωμένη στο διάφραγμα
Ανίκανη πνευμόνια να γεμίσει
να βγει κραυγή
Γιατί έχει αλλάξει η Αυγή
κι εσένα δε σε νοιάζει
αν είν' ναζί
αφού δε ζει
η ανάγκη να 'μαστε μαζί
Κι ούτε ουρλιαχτό ούτε ψίθυρος
16 Σεπτεμβρίου 2012
Μαβί φιλί
Μαβί φιλί
Πύκνωσαν σύννεφα βαριά και έκρυψαν τα άστρα
από τ' Αυγούστου τη βραδιά των ηδονών στο Ημεροβίγλι
Τις προσευχές μας θάψαμε βαθιά μέσα στη γλάστρα
με όρκους που την πότιζες
και τα φιλιά χρωμάτιζαν μαβί το βουκαμβίλι
Πένθιμο των ανθών χαμόγελο
Μ' όλα τα φύλλα καταγής σταλάζει κι ένα δάκρυ
στ' ασβέστη που ξεθώριασε στου μπαλκονιού την άκρη
εκείνου που τα πρωινά λουζόμασταν στον ήλιο
Ουράνια θλίψη που κλαδί ξερό καλεί να κάνει φίλο
Όμως του θλιβερού ουρανού οι σταγόνες σαν ποτίζουν
των λουλουδιών μας το μαβί είναι ξανά π' ανθίζουν
και οι ευχές που νότισαν στη γλάστρα όταν φυτρώσουν
μια ακόμα άνοιξη μπροστά θα ξαναμεγαλώσουν
13 Σεπτεμβρίου 2012
Μοναστηράκι
Μοναστηράκι
Το τσόκαρο τ' αριστερό και μια δεξιά γόβα λαμέ
στο τέρμα της Αδριανού πάνω σε ύφασμα λιλά
παρέα κάνουνε τα δυο σε γερασμένο ναργιλέ
που του 'χε σπάσει θεριακλής πριν από χρόνια τον λουλά
Θησείο και Μοναστηράκι τα πρωινά της Κυριακής
πιασμένοι οι δυο απ το χεράκι πες μου τι ψάχνουμε οι τρεις
Μια λάμπα μπρούντζο κι οπαλίνα παζάρι από το γιουσουρούμ
άδεια η μπουζιέρα στην κουζίνα ας είναι θερμό το λιβινγκρούμ
Και ένα μπρίκι μπακιρένιο να βάζεις πάνω στη γκαζιέρα
όταν κοχλάζει το φασκόμηλο το άρωμά του στον αέρα
κάτι από την παλιά Αθήνα
Να θυμηθείς τα χρόνια εκείνα
Να προτιμήσεις μια τσαγιέρα τα κρύα βράδια αν μας ζητήσεις
στην ξεφτισμένη πορσελάνη να μοιραστούμε αναμνήσεις
Ένα δοχείο για τα άνθη εγώ θα πάρω από αχάτη
τα κόκκινα τριαντάφυλλα να δείχνουν πιο όμορφα στο μάτι
Κι αυτό το ροδαλό το μόνο
που πόθησα να το μυρίσω
γονυπετής θα το φροντίσω
στο βάζο που ξεχνάς τον πόνο
Εκεί που σμίγουν οι μηροί σου
στο τέρμα της Αδριανού πάνω σε ύφασμα λιλά
παρέα κάνουνε τα δυο σε γερασμένο ναργιλέ
που του 'χε σπάσει θεριακλής πριν από χρόνια τον λουλά
Θησείο και Μοναστηράκι τα πρωινά της Κυριακής
πιασμένοι οι δυο απ το χεράκι πες μου τι ψάχνουμε οι τρεις
Μια λάμπα μπρούντζο κι οπαλίνα παζάρι από το γιουσουρούμ
άδεια η μπουζιέρα στην κουζίνα ας είναι θερμό το λιβινγκρούμ
Και ένα μπρίκι μπακιρένιο να βάζεις πάνω στη γκαζιέρα
όταν κοχλάζει το φασκόμηλο το άρωμά του στον αέρα
κάτι από την παλιά Αθήνα
Να θυμηθείς τα χρόνια εκείνα
Να προτιμήσεις μια τσαγιέρα τα κρύα βράδια αν μας ζητήσεις
στην ξεφτισμένη πορσελάνη να μοιραστούμε αναμνήσεις
Ένα δοχείο για τα άνθη εγώ θα πάρω από αχάτη
τα κόκκινα τριαντάφυλλα να δείχνουν πιο όμορφα στο μάτι
Κι αυτό το ροδαλό το μόνο
που πόθησα να το μυρίσω
γονυπετής θα το φροντίσω
στο βάζο που ξεχνάς τον πόνο
Εκεί που σμίγουν οι μηροί σου
8 Σεπτεμβρίου 2012
Ψάχνω μια λέξη
Ψάχνω μια λέξη
Κραυγή να είναι του αγαθού
και γέλιο του θλιμμένου
το δάκρυ του αισιόδοξου
απανεμιά του αδικημένου
Ψάχνω μια λέξη εύκολη
μακρυά από κάθε ιδέα
απλά να είναι γαλήνια
σε κάθε ψυχή αναγκαία
Λέξη γυρεύω χρηστική
δροσιά μες στο λιοπύρι
στον τοίχο μας καλοριφέρ
σε κάθε στίχο μπαλαντέρ
χορός στο πανηγύρι
Μια λέξη που έχει μέσα της μια τέτοια μελωδία
που είναι τραγούδι των παιδιών
στη γειτονιά αρμονία
και στα περβάζια των σπιτιών
η μάζωξη όλων των πουλιών
Βρήκα μια λέξη
Μόνη
άλλη δεν μένει
που όλα αυτά μαζί σημαίνει
κι όλος ο κόσμος
στο στόμα την έχει
και στο κεφάλι
Μα σ' όποιον είπα
απ' την καρδία αυτή τη φορά
πες την πάλι
να κρύψει θέλησε το χαμόγελο
αυτό του φόβου
το ειρωνικό
Γύρισε από την άλλη
6 Σεπτεμβρίου 2012
Σεπτέμβρης
Σεπτέμβρης
Ονειρεύτηκα πάλι τον πατέρα πως έχασα
κι ότι έπιανα μέσα στο παιδικό μου το χέρι
κερί που έλιωνε και στο πάτωμα έρεε
και το δάκρυ μαζί του ένα γινόταν
Στο επίμονο αυτό κάθε νύχτας το όνειρο
που το είδα ξανά πάλι τούτο το βράδυ
ξένος ο χώρος
χαμένος στη δική μου τη στέγη
ονειρεύτηκα πως ήμουνα μόνος
Περισσότερο όμως με τρομάζει που ξύπνησα
κι όχι μόνος
δες κι εσύ
πιο νωρίς τέλειωσε φέτος ο Αύγουστος
Πελιδνή γύρω η φύση
κοίτα πώς χλόμιασε
το παλιό πια δεν είναι μαζί μας
Της Ευρώπης του νότου η ματιά πώς υγραίνεται...
Ξέρεις μάνα καμιά
για το σπλάχνο της ν' αρμέγει ελπίδες;
Περιμένω κι εγώ μαζί μ' όλους την άνοιξη
κι ας γνωρίζω πως θα αργήσει ν' ανθίσει
κι ότι έπιανα μέσα στο παιδικό μου το χέρι
κερί που έλιωνε και στο πάτωμα έρεε
και το δάκρυ μαζί του ένα γινόταν
Στο επίμονο αυτό κάθε νύχτας το όνειρο
που το είδα ξανά πάλι τούτο το βράδυ
ξένος ο χώρος
χαμένος στη δική μου τη στέγη
ονειρεύτηκα πως ήμουνα μόνος
Περισσότερο όμως με τρομάζει που ξύπνησα
κι όχι μόνος
δες κι εσύ
πιο νωρίς τέλειωσε φέτος ο Αύγουστος
Πελιδνή γύρω η φύση
κοίτα πώς χλόμιασε
το παλιό πια δεν είναι μαζί μας
Της Ευρώπης του νότου η ματιά πώς υγραίνεται...
Ξέρεις μάνα καμιά
για το σπλάχνο της ν' αρμέγει ελπίδες;
Περιμένω κι εγώ μαζί μ' όλους την άνοιξη
κι ας γνωρίζω πως θα αργήσει ν' ανθίσει
5 Σεπτεμβρίου 2012
Η Πολυάννα
Η Πολυάννα
και δίψαγε ο γέρος αρκουδιάρης
Τη συντροφιά του στη ζωή καιρό την είχε χάσει
Το ντέφι της μονάχα απόμεινε
κι αυτό στο πεζοδρόμιο αδειανό
δυο εικοσάλεπτα μόνο και γύρω γόπες από τσιγάρα
Τι να σου κάνουν δυο εικοσάλεπτα...
Τα απογεύματα του Φλεβάρη είναι πάντα πεινασμένα
Τι να του κάνει κι ο ποιητής
που γονάτισε ενδεής κι αυτός δίπλα του
και βάλθηκε να του διαβάζει στίχους
Θαρρείς γεμίζει το στομάχι
από τον ήλιο που κουρελιάζει τα σύννεφα...
Πέρασε μετά κι ο παπά Γρηγόρης
Πέρνα αύριο απ' το φιλόπτωχο βρε χριστιανέ
του είπε
Θα το κανόνιζα σήμερα μα τρέχω για τρισάγια
στο κοιμητήριο
Της ενορίας δεν είσαι;
Ααα του Αγίου Νικολάου
καλά θα μιλήσω στον πάτερα Ιερόθεο
άγιος άνθρωπος
Στις σκάλες της πρόνοιας
συνάντησε την καλοφροντισμένη διευθύντρια
που προσπαθούσε να ισορροπήσει τα εκατόν τόσα κιλά
πάνω σε δυο δυστυχισμένες γόβες που αγκομαχούσαν
Κλείδωνε
Μόλις κλείσαμε
είπε
Να μην παιδεύεσαι
Μια φορολογική ενημερότητα μονάχα θέλω
και την ταυτότητα
Όλα τα άλλα είναι δικιά μας δουλειά
Όλα καλά θα πάνε
Πραγματικά αληθινό και γλυκό το χαμόγελό της
Αυτό το βράδυ του Φλεβάρη ήταν πολύ πεινασμένο
Δεν πρόσεξε το κόκκινο φως στην εξώπορτα
όρμησε μέσα έτοιμος να διπλωθεί στο πάτωμα
Η μεσήλικη κυρά κατάλαβε πως δεν ήταν πελάτης
Φωφώ τι κάνουμε τώρα;
Βάλτου να φάει μωρή
έχουνε μείνει φακές απ' το μεσημέρι
και κράτησέ τον
μπορεί να έχει ανάγκη κι από παράδες
Πάω να ξεπετάξω τον μαλάκα στο τέσσερα κι έρχομαι...
3 Σεπτεμβρίου 2012
Αποσυνάγωγος
Αποσυνάγωγος
Από μικρός ανάγωγος
μόνιμα αντιρρησίας
πάντα αποσυνάγωγος και πνεύμα αντιλογίας
αντί να μείνω ευλαβικός σε κάποια εκκλησία
τους ιερείς είδα έμπορους σε μαγαζί γωνία
Αργότερα πια έφηβος μ' αυτή τη λίγη κρίση
ότι στις φλέβες χώνεται μέχρι να έρθει η δύση
ιδέες και πολιτικές
τσιτάτα που γοητεύουν
κόμματα
ομάδες και πανό
λάβαρα που χορεύουν
σπόρους που όταν σπέρνονται όλοι πετάνε φύτρο
στον κάθε σοφό αντίπαλος πέρασα από φίλτρο
Τώρα που λέω ωρίμασα τη λογική θα σβήσεις
ψέμα κι αλήθεια αχταρμάς
μονάχα οι αισθήσεις
Τη μια στα ουράνια με πετάς και νιώθω μεθυσμένος
κι άλλοτε στις κουρτίνες σου
σαν χρήστης εθισμένος
με αλυσίδες και σκοινιά στη σάρκα σου δεμένος
φωτιά να βάλω είμαι ικανός
αφού είμαι τελειωμένος
μόνιμα αντιρρησίας
πάντα αποσυνάγωγος και πνεύμα αντιλογίας
αντί να μείνω ευλαβικός σε κάποια εκκλησία
τους ιερείς είδα έμπορους σε μαγαζί γωνία
Αργότερα πια έφηβος μ' αυτή τη λίγη κρίση
ότι στις φλέβες χώνεται μέχρι να έρθει η δύση
ιδέες και πολιτικές
τσιτάτα που γοητεύουν
κόμματα
ομάδες και πανό
λάβαρα που χορεύουν
σπόρους που όταν σπέρνονται όλοι πετάνε φύτρο
στον κάθε σοφό αντίπαλος πέρασα από φίλτρο
Τώρα που λέω ωρίμασα τη λογική θα σβήσεις
ψέμα κι αλήθεια αχταρμάς
μονάχα οι αισθήσεις
Τη μια στα ουράνια με πετάς και νιώθω μεθυσμένος
κι άλλοτε στις κουρτίνες σου
σαν χρήστης εθισμένος
με αλυσίδες και σκοινιά στη σάρκα σου δεμένος
φωτιά να βάλω είμαι ικανός
αφού είμαι τελειωμένος
26 Αυγούστου 2012
Κάθε βραδιά
Κάθε βραδιά
Την είδε που κοιμότανε βαθιά
Με την ανάσα της αργή
λουσμένη απ' το φεγγάρι
και οι θηλές της οι σκληρές
σημαία σήκωναν τ' αχνό σεντόνι
Και η λαγνεία πόθο άναψε
Φλόγα
που έκαψε τα σωθικά του
κι ο πρώτος της ο στεναγμός
πυρκαγιάς
ο δόλιος
συνδαυλισμός πως ήταν πίστεψε
Μα κιότεψε να την ξυπνήσει
Κι αναρριχήθηκε ο ορειβάτης
ο άκρατος
σε κάθε σπιθαμή από κορφές
χαράδρες και πλαγιές
Και τ' άνθια μύρισε
και στις πηγές τις δροσερές ξαπόστασε
και στα λευκά τα χιόνια κουτρουβάλησε
Και κάθε δρασκελιά πάνω στο χάρτη της
χαρά της έδινε ένιωθε
Μα δεν την ξύπνησε
Κι όταν απόκαμε
εξαντλημένος μα ευτυχής δίπλα της ξάπλωσε
Στο στόμα η γεύση
τ' αρώματά της που τον πλημμύριζαν
Κι ήτανε να τον πάρει κι αυτόν ο ύπνος
-Τι κάνεις εδώ;
-Για δε με ξύπνησες;
Έντρομη φώναξε η Αγάπη
πλάι της σαν τον είδε
ένα με τα σεντόνια της τα ιδρωμένα
Κι έκλαψε πικρά τότε ο Έρωτας
που σαν κατάλαβε
πως γέρασε και χρόνια τώρα
κάθε βραδιά
μονάχος του χτυπιόταν πάνω της
μα ντρέπονταν να την ξυπνήσει
Με την ανάσα της αργή
λουσμένη απ' το φεγγάρι
και οι θηλές της οι σκληρές
σημαία σήκωναν τ' αχνό σεντόνι
Και η λαγνεία πόθο άναψε
Φλόγα
που έκαψε τα σωθικά του
κι ο πρώτος της ο στεναγμός
πυρκαγιάς
ο δόλιος
συνδαυλισμός πως ήταν πίστεψε
Μα κιότεψε να την ξυπνήσει
Κι αναρριχήθηκε ο ορειβάτης
ο άκρατος
σε κάθε σπιθαμή από κορφές
χαράδρες και πλαγιές
Και τ' άνθια μύρισε
και στις πηγές τις δροσερές ξαπόστασε
και στα λευκά τα χιόνια κουτρουβάλησε
Και κάθε δρασκελιά πάνω στο χάρτη της
χαρά της έδινε ένιωθε
Μα δεν την ξύπνησε
Κι όταν απόκαμε
εξαντλημένος μα ευτυχής δίπλα της ξάπλωσε
Στο στόμα η γεύση
τ' αρώματά της που τον πλημμύριζαν
Κι ήτανε να τον πάρει κι αυτόν ο ύπνος
-Τι κάνεις εδώ;
-Για δε με ξύπνησες;
Έντρομη φώναξε η Αγάπη
πλάι της σαν τον είδε
ένα με τα σεντόνια της τα ιδρωμένα
Κι έκλαψε πικρά τότε ο Έρωτας
που σαν κατάλαβε
πως γέρασε και χρόνια τώρα
κάθε βραδιά
μονάχος του χτυπιόταν πάνω της
μα ντρέπονταν να την ξυπνήσει
17 Αυγούστου 2012
Εμείς εκεί
Εμείς εκεί
Κι εσύ εκεί
Στης αμμουδιάς τα ίχνη των πελμάτων
που αχνοφαίνονται ξανά
με την αόρατη τη σμίλη
να διαγράφονται σιγά σιγά
του κάθε παφλασμού σου
Ταινία παιγμένη ανάποδα θαρρείς
και ξεπροβάλλεις
Κι εγώ εκεί
ρεμβάζοντας
με το μισό κορμί στη δροσερή σου βάπτιση
κι άλλο μισό καμένο
απ' των μαλλιών σου τις ακτίνες τις ξανθές
και βυθισμένα τα δυο δάχτυλα
μέσα στην άμμο την υγρή
σκαλίζοντας
αναζητώντας της ηδονής σου τους χυμούς
με κάθε κύμα σου να νιώθω τους σπασμούς
Εμείς εκεί
...Θάλασσα
4 Αυγούστου 2012
Σαν πάψεις να μ' ακούς
Σαν πάψεις να μ' ακούς
Λευκά σεντόνια των ονείρων ξέσκισαν
και του κελιού τις ατσαλένιες μπάρες
σαν χαραγμένες σε χαρτί γραμμές αγνόησαν.
Κι έσπαγαν μια μια τις αλυσίδες
και τα σημεία στίξης
που σφαλισμένες κράταγαν στους στίχους.
Για χρόνια δουλεμένες
με κόκκινα λάβαρα
κι επαναστάσεις
κι έρωτες.
Τραγουδισμένες από φωνές εξαίσιες.
Στο κλάμα λουσμένες.
Με κάθε χρώμα που η ψυχή μπορεί να πάρει
ή το μελάνι
καλλωπισμένες.
Κι ενώ περίμενες
στάση να κάνουν
και ν' απαιτήσουν
μανιφέστα ίσως να στήσουν
αφού το γνώριζαν αυτό καλά
φτερά έβγαλαν
και πέταξαν ψηλά...
Κι αγγίξανε τον ουρανό
ίσα μ' εκεί που 'παψαν πια να φαίνονται
χαμένες μέσ' στα σύννεφα.
Σμήνος τα χελιδόνια του Οκτώβρη
που πάει στα μέρη του που νοσταλγεί...
Και μοναχά το βουητό τους άκουγε κανείς
και πλέον δεν τις καταλάβαινε.
Γιατί ήσαν λεύτερες... Οι λέξεις.
2 Αυγούστου 2012
Το στήθος και το ήθος
Το στήθος και το ήθος
Τις ξηλωμένες
απ' το πουλόβερ το παλιό
αυτές τις λίγες κατσαρές κλωστές
τις τυλιγμένες σε κουβάρι
δυο κάλτσες πλέξε...
Αξία έχουν περισσή
στα πόδια τα γυμνά φτωχού
απ' όλα τα μεταξωτά σου υφάδια.
Κι οι πέτρες όλες καταγής
σιμά ή μια στην άλλη
ταιριαγμένες
τοίχο να χτίσουνε μπορούν
που μόνο του άστεγου η ανάγκη θα εκτιμήσει.
Γιατί έχει αξία το υλικό
όχι που μάταια χρόνια τώρα το ζυγιάζεις
μα αν τη χρήση του μπορείς ν'αντιληφθείς
κι όταν στο χέρι σου το πιάνεις το διαβάζεις.
Όπως το στίχο με τις λέξεις τις απλές
και τις απέριττες
πιότερη ανάγκη και δίψα έχουν
κάποιοι που στην ανάγνωση κομπιάζουν
πιο εύκολο ν' ακούσουν της καρδιάς φωνές
αυτοί κι αυτές
που η αλήθεια της ζωής
τους δίδαξε να προσδοκούν
πάντα εισπράττοντας λιγότερα
απ όσα οι γύρω μας τους τάζουν
Κι εσύ μικρή μου
μόνη σου εσύ
αν την αξία του μαστού σου εκτιμήσεις
όργανο ακριβείας μάθε πως είναι
για να δεις...
Την ώρα που ο πόθος τα κορμιά αναριγά
σαν το κρατώ
αν πράγματι αισθάνομαι πηγή πως είσαι
για το άδολο γάλα που ζητώ...
απ' το πουλόβερ το παλιό
αυτές τις λίγες κατσαρές κλωστές
τις τυλιγμένες σε κουβάρι
δυο κάλτσες πλέξε...
Αξία έχουν περισσή
στα πόδια τα γυμνά φτωχού
απ' όλα τα μεταξωτά σου υφάδια.
Κι οι πέτρες όλες καταγής
σιμά ή μια στην άλλη
ταιριαγμένες
τοίχο να χτίσουνε μπορούν
που μόνο του άστεγου η ανάγκη θα εκτιμήσει.
Γιατί έχει αξία το υλικό
όχι που μάταια χρόνια τώρα το ζυγιάζεις
μα αν τη χρήση του μπορείς ν'αντιληφθείς
κι όταν στο χέρι σου το πιάνεις το διαβάζεις.
Όπως το στίχο με τις λέξεις τις απλές
και τις απέριττες
πιότερη ανάγκη και δίψα έχουν
κάποιοι που στην ανάγνωση κομπιάζουν
πιο εύκολο ν' ακούσουν της καρδιάς φωνές
αυτοί κι αυτές
που η αλήθεια της ζωής
τους δίδαξε να προσδοκούν
πάντα εισπράττοντας λιγότερα
απ όσα οι γύρω μας τους τάζουν
Κι εσύ μικρή μου
μόνη σου εσύ
αν την αξία του μαστού σου εκτιμήσεις
όργανο ακριβείας μάθε πως είναι
για να δεις...
Την ώρα που ο πόθος τα κορμιά αναριγά
σαν το κρατώ
αν πράγματι αισθάνομαι πηγή πως είσαι
για το άδολο γάλα που ζητώ...
24 Ιουλίου 2012
Ημιτελές
Ημιτελές
Ξεχασμένα στων δρόμων τους τοίχους συνθήματα
οι αιμάτινες όμως παραμένουν σταγόνες
απ' το κόκκινο χρώμα σ' ένα ρείθρο που στάλαξαν
κι ας περάσαν δεκάδες χειμώνες
Την οσμή της φωτιάς στις πλατείες που καίγονταν
μες στις μνήμες μας σκέπασαν τα δακρυγόνα
Της ανήσυχης εκείνης βραδιάς όλο τ' άρωμα
δίπλα σε ίασμο αργότερα, ιδρωμένο αγκάλιασμα
σα να ήμασταν σε πάλης αγώνα
Με φιλιά που είχαν γλύκα και κάπνας επίγευση
ξαναμμένοι από πάθος τα νύχια μας βγάζαμε
στα κορμιά μας τα έφηβα την ορμή μας ξεσπάζαμε
που θαρρούσαν το σύστημα είχαν αλλάξει
Ξεχασμένα κι αυτά τα σταλμένα μηνύματα
που τον πόθο συντήρησαν όταν λείπαν τα ναύλα
Πάντα μ' εύκολα λόγια αγάπης τ' αρχίζαμε
κι όσα λίγα απ' αυτά στο μυαλό μας αφήσαμε
καταλήγανε όλα με ίδια λέξη... την καύλα
οι αιμάτινες όμως παραμένουν σταγόνες
απ' το κόκκινο χρώμα σ' ένα ρείθρο που στάλαξαν
κι ας περάσαν δεκάδες χειμώνες
Την οσμή της φωτιάς στις πλατείες που καίγονταν
μες στις μνήμες μας σκέπασαν τα δακρυγόνα
Της ανήσυχης εκείνης βραδιάς όλο τ' άρωμα
δίπλα σε ίασμο αργότερα, ιδρωμένο αγκάλιασμα
σα να ήμασταν σε πάλης αγώνα
Με φιλιά που είχαν γλύκα και κάπνας επίγευση
ξαναμμένοι από πάθος τα νύχια μας βγάζαμε
στα κορμιά μας τα έφηβα την ορμή μας ξεσπάζαμε
που θαρρούσαν το σύστημα είχαν αλλάξει
Ξεχασμένα κι αυτά τα σταλμένα μηνύματα
που τον πόθο συντήρησαν όταν λείπαν τα ναύλα
Πάντα μ' εύκολα λόγια αγάπης τ' αρχίζαμε
κι όσα λίγα απ' αυτά στο μυαλό μας αφήσαμε
καταλήγανε όλα με ίδια λέξη... την καύλα
19 Ιουνίου 2012
Η φίλιος υφήλιος
Η φίλιος υφήλιος
Τα δύσκολα είναι μπρος.
Μα του ηλιού σου τ' άγγιγμα
αυτός ο πυρετός
σαν αίνιγμα
σαν άνοιγμα
να νιώθω ζωντανός.
Του φίλιου σου μια αχτίδα
για νά 'βγω θαρρετός...
26 Μαΐου 2012
Κλείσε τα μάτια
Κλείσε τα μάτια
Όταν ένα δάκρυ σου σταθεί και δεν κυλίσει
όταν μια κραυγή που είναι να βγει πίσω γυρίσει
το κορμί σου σα μαγνήτης στο κρεβάτι όταν κολλήσει
κλείσε τα μάτια...
Κλείσε τα μάτια και περπάτα βήμα βήμα
στο αμμουδερό ακρογιάλι που τις έβρεχε το κύμα
τις σκιές, δίπλα που βάδιζαν μαζί.
Άκουσε τους ψίθυρούς τους
της καρδιάς, να νιώσεις ίσως καταφέρεις τους παλμούς τους.
Κλείσε τα μάτια...
Σφράγισέ τα και ευχήσου άλλο δάκρυ μη δακρύσει
όταν θυμηθείς πόσο πολύ σ' είχε αγαπήσει.
Ξέρεις πως ο χρόνος δε συγχωράει, δε θα γυρίσει.
Κλείσε τα μάτια...
Την κραυγή μην επιτρέψεις άλλη αγάπη να ζητήσει.
Το κορμί δε θα μπορέσει άλλη καμιά να τ' αναστήσει.
Το όνειρο, σκιές που μείναν μην αφήσεις να τις σβήσει.
Κλείσε τα μάτια...
Κλείσε τα παράθυρά σου η άνοιξη να μη μυρίσει
μόνος στη γωνιά του κρεβατιού σου έχεις καθίσει
σκέψου τι σου μένει, ποια είναι η λύση που έχεις αφήσει.
Δε θα γυρίσει... Κλείσε τα μάτια.
Το τσογλάνι
Το τσογλάνι
Σαν την πιο πρόστυχη βρισιά που ακούμε στο λιμάνι
βεντέτας τραγικής, μαγκίτη από τη Μάνη
τα λόγια της αγάπης σου.
Τραυματισμένο ζωντανό στο δρόμο από τσογλάνι
μ' ένα σουγιά που έχει ακονίσει το αλάνι
τ' απόνερα απ' τη ρότα σου.
Βάλσαμο οι μέρες που περνώ στην ησυχία μου
και λαϊκά βαριά ακούω στα ηχεία μου.
Αβάσταχτο να σε ζητώ βράδια στις μπυραρίες
στ' άδεια ποτήρια που ζητούν τσογλαναρίες.
Πόρνες οι νύχτες σου, κόκκινες γόβες σε καλντερίμια
που κυνηγούνε μέσ' στο χιονιά λαβωμένα αγρίμια.
Δικός σου είμαι, έλα και πάρε με.
Κορμί αλάβαστρου, μια πύλη εισόδου σ' ένα παλάτι
νύχια που γδέρνουν γεμίζοντας αίμα όλη την πλάτη.
Σου παραδίνομαι, ότι θες κάνε με.
11 Μαΐου 2012
Ο Αναπτήρας
Ο Αναπτήρας
Με συνεπήρε η μουσική
κι είπα ν' ανάψω τον αναπτήρα
κι είδα ακόμα ένα στην απέναντι κερκίδα
και άλλον ένα μετά στο πέταλο
κι άλλους δυο τρεις ν' ανάβουν στη γωνία
και το στάδιο γέμισε φλόγες
και φώτισε...
Η συναυλία τέλειωσε
κι εγώ δάκρυσα
καθώς θυμήθηκα
πως πάντα έχω μαζί έναν αναπτήρα
να κατεβάζω τον καρκίνο στα πνευμόνια μου...
κι είπα ν' ανάψω τον αναπτήρα
κι είδα ακόμα ένα στην απέναντι κερκίδα
και άλλον ένα μετά στο πέταλο
κι άλλους δυο τρεις ν' ανάβουν στη γωνία
και το στάδιο γέμισε φλόγες
και φώτισε...
Η συναυλία τέλειωσε
κι εγώ δάκρυσα
καθώς θυμήθηκα
πως πάντα έχω μαζί έναν αναπτήρα
να κατεβάζω τον καρκίνο στα πνευμόνια μου...
3 Απριλίου 2012
Νόμος Ουρανός
Στο περιστέρι νόμος ο ουρανός.
Τα άσπρα σμήνη όταν πετούν
διακρίνουν το γεράκι.
Ψηλά τα μαύρα δυστυχώς
μπερδεύονται λιγάκι.
19 Μαρτίου 2012
2 Μαρτίου 2012
Θύματα ιλασμού
Θύματα ιλασμού
Είπες τα μάτια που κλαίνε μην τα πιστεύω
μάτια έτσι αγάπησα μες στο θυμό
κι αν είναι δύναμη την ψυχή να ορίζεις
φύλαξε λίγη για το χωρισμό.
Έλα να ψάξουμε τι άφησε η στάχτη
τώρα που ο έρωτας άπλωσε φράχτη
τα όμορφα μένουν ξεχασμένα στην άκρη
η πληγή σαν κάνει τη χαρά μας δάκρυ.
Την αγάπη ότι χώρισε δεν την τελειώνει
στα χείλη αισθάνομαι πως μια γλύκα μένει
αυτό που δεν έχουμε πια καλά και σώνει
μπορεί να μας θλίβει μα δε μας πεθαίνει.
μάτια έτσι αγάπησα μες στο θυμό
κι αν είναι δύναμη την ψυχή να ορίζεις
φύλαξε λίγη για το χωρισμό.
Έλα να ψάξουμε τι άφησε η στάχτη
τώρα που ο έρωτας άπλωσε φράχτη
τα όμορφα μένουν ξεχασμένα στην άκρη
η πληγή σαν κάνει τη χαρά μας δάκρυ.
Την αγάπη ότι χώρισε δεν την τελειώνει
στα χείλη αισθάνομαι πως μια γλύκα μένει
αυτό που δεν έχουμε πια καλά και σώνει
μπορεί να μας θλίβει μα δε μας πεθαίνει.
10 Φεβρουαρίου 2012
Θα το δω
Θα το δω
Χιλιάδες αυτοί
που όλο γογγύζουν
πως μια σταγόνα
μόνη ορφανή
μέσα στον άνυδρο
πάτο μιας κοίτης
στεγνή η άργιλος
θα καταπιεί.
Είναι όμως κάποιοι
που καλά γνωρίζουν
υπάρχουν οι επόμενες
στο βήμα τους πίσω
αδιάβροχο στρώμα
πηλού θα βρουν
κι όλες μαζί
ποτάμι θα γίνουν
στο διάβα ότι υπάρχει
να καταπιούν.
Αχ να το δω
πριν πέσω για ύπνο
αυτό το ρυάκι
που ακολουθεί.
Νερό στις ρίζες
που ξεραθήκαν
κι έξω απ' το χώμα
έχουνε βγει.
Ναι θα το δω
έστω στον ύπνο
που θα 'χει γίνει
πια ποταμός
στις όχθες του δίπλα
ότι ποτίζει ν' ανθίζει
κι αν δεν ξυπνήσω
ας βγει ο καρπός.
3 Φεβρουαρίου 2012
Ο πρώτος θάνατος
Ο πρώτος θάνατος
Σήκω και φύγε, σκύλε!
Τα ψέματα τέλειωσαν. Φύγε!
Φτάνει το ναι που μέχρι τώρα καρπώθηκες.
Το όχι που θέλησες να πιστέψω πως χάθηκε
τη βρωμιά σου και τη μιζέρια σιχάθηκε.
Θ' αντιδράσεις. Το ξέρω.
Τελευταίο σου δώρο, ο πρώτος ο θάνατος
μαντατοφόρος, με κραυγή.
Κλάμα στην πόλη
ας ξυπνήσει μια μόνη βολή
δυνατότερα απ' το βόλι ο αχός να γιγαντώνει.
Τώρα που η καρδιά
σαν απ' αγάπη λαβωμένη
για ένωση καλεί με κάθε τίμημα
αντίτιμο τούτο το κορμί
των αποκομμένων αδελφών
που οι πατέρες έπεσαν
φωνή συνένωσης που προσκαλεί.
Γίνεται φως η ζωή σα χάνεται.
Γυαλιού διαύγεια
του σάβανου το τυλιγμένο πέπλο
κι ο θρήνος που εγείρεται
δείχνει μονάχος πως δεν είσαι.
Η μαρτυρία αυτή
η μοναχική
η τελευταία αναπνοή
μια προσφορά
μια προσευχή
μια επίκληση
για ν' αντηχεί πιο μεγαλόπρεπα η ζωή
μετά απ' αυτόν τον θάνατο.
Πόλη μου, μάνα εκμαυλισμένη
η θλίψη σάρωσε κι αγωνιάς...
Μη φοβάσαι...
Τα ψέματα τέλειωσαν. Φύγε!
Φτάνει το ναι που μέχρι τώρα καρπώθηκες.
Το όχι που θέλησες να πιστέψω πως χάθηκε
τη βρωμιά σου και τη μιζέρια σιχάθηκε.
Θ' αντιδράσεις. Το ξέρω.
Τελευταίο σου δώρο, ο πρώτος ο θάνατος
μαντατοφόρος, με κραυγή.
Κλάμα στην πόλη
ας ξυπνήσει μια μόνη βολή
δυνατότερα απ' το βόλι ο αχός να γιγαντώνει.
Τώρα που η καρδιά
σαν απ' αγάπη λαβωμένη
για ένωση καλεί με κάθε τίμημα
αντίτιμο τούτο το κορμί
των αποκομμένων αδελφών
που οι πατέρες έπεσαν
φωνή συνένωσης που προσκαλεί.
Γίνεται φως η ζωή σα χάνεται.
Γυαλιού διαύγεια
του σάβανου το τυλιγμένο πέπλο
κι ο θρήνος που εγείρεται
δείχνει μονάχος πως δεν είσαι.
Η μαρτυρία αυτή
η μοναχική
η τελευταία αναπνοή
μια προσφορά
μια προσευχή
μια επίκληση
για ν' αντηχεί πιο μεγαλόπρεπα η ζωή
μετά απ' αυτόν τον θάνατο.
Πόλη μου, μάνα εκμαυλισμένη
η θλίψη σάρωσε κι αγωνιάς...
Μη φοβάσαι...
20 Ιανουαρίου 2012
Η ψεύτρα καρδερίνα
Η ψεύτρα καρδερίνα
Ενός παπαγάλου του 'λαχε
μες στο κλουβί να γεννηθεί.
Πες πως δεν μπόρεσε
πες πως δε θέλησε, ποτέ δεν άνοιξε να βγει.
Κάποτε φέρανε στο διπλανό μια καρδερίνα
που πιάστηκε σε ξόβεργα.
Λαλούσε όμορφα, φτερούγιζε όμορφα
κι αυτός την κοίταζε περίεργα.
-Από που είσαι εσύ;
-Από παντού... Με 'πιασαν στο λιβάδι.
-Λιβάδι; Και πού είναι αυτό;
-Εκεί, έξω... Αν θες θα βγούμε ένα βράδυ...
-Κι είναι μεγάλο το λιβάδι;
-Ναι είναι... Πολύ.
-Πόσο πολύ, τόσο; Ανοίγοντας τα δυο φτερά.
-Όχι... Είναι μεγάλο πιο πολύ.
-Πες μου πόσο, τόοοσο;
Και στου κλουβιού τις άκρες τις βέργες έδειξε.
-Όχι, είναι πιο μεγάλο...
Η καρδερίνα απάντησε... Kαι δάκρυσε.
-Πες μου πως είναι πιο μεγάλο κι απ' το δωμάτιο.
Ειρωνικά μόρφασε και γύρω κοίταξε.
Απέραντος ο τοίχος...
-Ναι, ακόμα πιο μεγάλο...
Είπε ξανά πιο αυστηρή στον παπαγάλο.
-Λοιπόν, είσαι μια ψεύτρα!
Φώναξε με θυμωμένο ύφος.
Δεν ξαναμίλησαν...
Ούτε την είδε στο κλουβί την άλλη μέρα.
Ποτέ δεν έμαθε το τι απέγινε.
Αν άνοιξε και βγήκε στον αέρα
ή αν παγωμένη, ασάλευτη
στο δάπεδο της φυλακής της έμεινε.
μες στο κλουβί να γεννηθεί.
Πες πως δεν μπόρεσε
πες πως δε θέλησε, ποτέ δεν άνοιξε να βγει.
Κάποτε φέρανε στο διπλανό μια καρδερίνα
που πιάστηκε σε ξόβεργα.
Λαλούσε όμορφα, φτερούγιζε όμορφα
κι αυτός την κοίταζε περίεργα.
-Από που είσαι εσύ;
-Από παντού... Με 'πιασαν στο λιβάδι.
-Λιβάδι; Και πού είναι αυτό;
-Εκεί, έξω... Αν θες θα βγούμε ένα βράδυ...
-Κι είναι μεγάλο το λιβάδι;
-Ναι είναι... Πολύ.
-Πόσο πολύ, τόσο; Ανοίγοντας τα δυο φτερά.
-Όχι... Είναι μεγάλο πιο πολύ.
-Πες μου πόσο, τόοοσο;
Και στου κλουβιού τις άκρες τις βέργες έδειξε.
-Όχι, είναι πιο μεγάλο...
Η καρδερίνα απάντησε... Kαι δάκρυσε.
-Πες μου πως είναι πιο μεγάλο κι απ' το δωμάτιο.
Ειρωνικά μόρφασε και γύρω κοίταξε.
Απέραντος ο τοίχος...
-Ναι, ακόμα πιο μεγάλο...
Είπε ξανά πιο αυστηρή στον παπαγάλο.
-Λοιπόν, είσαι μια ψεύτρα!
Φώναξε με θυμωμένο ύφος.
Δεν ξαναμίλησαν...
Ούτε την είδε στο κλουβί την άλλη μέρα.
Ποτέ δεν έμαθε το τι απέγινε.
Αν άνοιξε και βγήκε στον αέρα
ή αν παγωμένη, ασάλευτη
στο δάπεδο της φυλακής της έμεινε.
18 Ιανουαρίου 2012
Narodnaya Volya
Narodnaya Volya
Τρίχρονη το ογδόντα στην Πετρούπολη η γιαγιά.
Φοβίες λένε της άφησε η προσφυγιά.
Κανείς δεν έψαξε γιατί ένας γόνος Ρώσου ευγενούς
και δυο μωρά κρυμμένοι έρπουν στους αγρούς.
Σσσς... Θα μας βρουν...
Μου 'παν οι πρόγονοι στο μνήμα πάνω πως έσβησε
της αγαπημένης του
της Πολωνής φοιτήτριας που δεν επέζησε.
Τ' όνομα Τσέτκινοβ
αληθινό αν ήταν κανένας δε γνώριζε...
Τα βήματά του στην Πόλη τι είδους φυγή άραγε όριζε...
Να σωθούν τα παιδιά... Τουλάχιστον τα παιδιά...
Οι αφηγητές μου δεν τόλμησαν καν να σκεφτούν.
Υπάρχουν κάποιοι που ξέρουν καλά πως χρωστούν
πόθο να έχουν και τέτοια πίστη στο όραμα
που θυσιάζουν και τη ζωή τους μα και το όνομα...
Το γνώριζε ο Μιχαήλ...
Με το φως των κεριών που μόνος είπατε έφτιαχνε
ούτε μια αράδα δε διαβάσατε απ' όσα έγραφε...
Καταλαβαίνω καταλαβαίνω, το φως ήταν λίγο.
Αν εγώ το κατόρθωσα είναι γιατί άλλα μάτια ανοίγω.
Το κερί Ελένη... Το κερί...
Του δίκαιου ο αγώνας κρύβει πληγές από βόλια
κι η μυρωδιά της πυρίτιδας, Ναρόντναγια Βόλια
φτάνει ως εδώ με καπνό και δεν κρύβεται...
Τι οφείλω μου θυμίζει κι η συνείδηση θλίβεται.
Και ματώνει... Ναι, ματώνει...
Έτσι κι εγώ ίσως μπορώ σήμερα κάτι ν' αλλάξω
τον ουρανό γαλάζιο αν δεν καταφέρω να βάψω
αυτό το γκρίζο, το μαύρο που μας πνίγει το σύννεφο
στην πένα να κάνω μελάνι να γραφτεί τελεσίγραφο.
Δυνατά... Ναι, δυνατά να ουρλιάξω κι ας με βρουν.
14 Ιανουαρίου 2012
Ένα φιλί για το δρόμο
Ένα φιλί για το δρόμο
Σαν καιρικό φαινόμενο
που γρήγορα περνά
για λίγο βρέθηκα σ' αυτή τη φύση
σα μιας νουβέλας τον επίλογο
ερωτικό βιβλίο που πάει να κλείσει.
Μα πρόλαβα να δρέψω το φιλί
του πόθου μου το πορφυρό
και τ' άρωμα του μαύρου σου του ρόδου.
Γυναίκα...
Στη γη πατάς μισή
κι η άλλη μισή στον ουρανό
κρατάς κλειδί κρυμμένο μυστικό
στην πύλη της αιθέριας ανόδου.
Κι όσο παιδεύομαι στο άλυτό σου αίνιγμα
καθώς τ' αστέρια παρατάσσεις στο στερέωμα ουλαμό
απ' τις γητειές σου σύγκορμος τρέμω στ' άγγιγμα
της δροσερής πηγής που αναριγά τον ποταμό.
Τ' απόλαυσες...
Κι εγώ, το ξέρεις, μ' άργησα
του γυρισμού κόντεψε η ώρα
τ' ανεξιχνίαστα δεν τα εξήγησα
η στάση στο αέναο ταξίδι τέλειωσε τώρα.
Στον αιώνιο αυτόν τον πηγαιμό
ευχή σου, ας πάρω ακόμα ένα φιλί
για το δρόμο, που αν έχει γυρισμό
της δύσης τ' αναπάντητα θε ν' απαντήσει η ανατολή.
που γρήγορα περνά
για λίγο βρέθηκα σ' αυτή τη φύση
σα μιας νουβέλας τον επίλογο
ερωτικό βιβλίο που πάει να κλείσει.
Μα πρόλαβα να δρέψω το φιλί
του πόθου μου το πορφυρό
και τ' άρωμα του μαύρου σου του ρόδου.
Γυναίκα...
Στη γη πατάς μισή
κι η άλλη μισή στον ουρανό
κρατάς κλειδί κρυμμένο μυστικό
στην πύλη της αιθέριας ανόδου.
Κι όσο παιδεύομαι στο άλυτό σου αίνιγμα
καθώς τ' αστέρια παρατάσσεις στο στερέωμα ουλαμό
απ' τις γητειές σου σύγκορμος τρέμω στ' άγγιγμα
της δροσερής πηγής που αναριγά τον ποταμό.
Τ' απόλαυσες...
Κι εγώ, το ξέρεις, μ' άργησα
του γυρισμού κόντεψε η ώρα
τ' ανεξιχνίαστα δεν τα εξήγησα
η στάση στο αέναο ταξίδι τέλειωσε τώρα.
Στον αιώνιο αυτόν τον πηγαιμό
ευχή σου, ας πάρω ακόμα ένα φιλί
για το δρόμο, που αν έχει γυρισμό
της δύσης τ' αναπάντητα θε ν' απαντήσει η ανατολή.
11 Ιανουαρίου 2012
Νηογνώμων
Νηογνώμων
Μισό αιώνα η πλάτη μας
έγειρε απ' όσα μάθαμε.
Ο ενθουσιασμός της φύσης μας
κρίμα είναι στη δύση μας
να σβήνει απ' όσα πάθαμε.
Γιατί όσο περνάει ο καιρός
ο γνωστικός δειλιάζει
κι η φλόγα γίνεται καπνός
μα η ψυχή ουρλιάζει...
Και τότε, θέλοντας και μη
σπάζει σαν κρύσταλλο η σιωπή
κι ο παγωμένος άνεμος
που γύρω μας φυσάει
απ' το σπασμένο το γυαλί
χαϊδεύοντας το πρόσωπο
μια νύχτα μας ξυπνάει.
Σήκω! Δεν είναι εφιάλτης
δεν είναι ούτε οράματα.
Η λογική σου σε ξυπνά
που ξέρει για σένα πράγματα.
Λατρεύεις το συναίσθημα
και σε κινεί η συγκίνηση
γιατί καλά γνωρίζεις
ανίκητη είναι μέσα σου
εν τέλει πάντα η φρόνηση.
Γι αυτό, καθώς θαλασσοδέρνεσαι
απόφαση μη φοβηθείς να πάρεις.
Το νέο σου μπάρκο σκέψου
αφού είσαι πάλι έτοιμος
λιμάνι μόλις πιάσεις να μπαρκάρεις.
Κι είναι το σκάφος σου όμορφο
την κλάση έψαξες στο νηολόγιο.
Πορείες του χάραξες με το ιδιόμορφο
αυτό της καρδιάς σου τ' ανεμολόγιο
κι είδες πως άντεξε...
Με τέτοια χαρτιά του νηογνώμονα
θα σε περνούσα για αγνώμονα
αν δε σαλπάρεις.
Καλό ταξίδι το λοιπόν...
Κάποια στιγμή στα ανοιχτά
καιρό γαλάζιο πάλι σαν δεις
όσα χρωστάς να θυμηθείς.
Κι αφού παιδί δεν είσαι πια
και τα όνειρα που γέρασες
έγιναν ευχολόγια
τον τρόπο ψάξε και θα βρεις
το ευχαριστώ που έχεις να πεις
μη μείνει μόνο λόγια...
έγειρε απ' όσα μάθαμε.
Ο ενθουσιασμός της φύσης μας
κρίμα είναι στη δύση μας
να σβήνει απ' όσα πάθαμε.
Γιατί όσο περνάει ο καιρός
ο γνωστικός δειλιάζει
κι η φλόγα γίνεται καπνός
μα η ψυχή ουρλιάζει...
Και τότε, θέλοντας και μη
σπάζει σαν κρύσταλλο η σιωπή
κι ο παγωμένος άνεμος
που γύρω μας φυσάει
απ' το σπασμένο το γυαλί
χαϊδεύοντας το πρόσωπο
μια νύχτα μας ξυπνάει.
Σήκω! Δεν είναι εφιάλτης
δεν είναι ούτε οράματα.
Η λογική σου σε ξυπνά
που ξέρει για σένα πράγματα.
Λατρεύεις το συναίσθημα
και σε κινεί η συγκίνηση
γιατί καλά γνωρίζεις
ανίκητη είναι μέσα σου
εν τέλει πάντα η φρόνηση.
Γι αυτό, καθώς θαλασσοδέρνεσαι
απόφαση μη φοβηθείς να πάρεις.
Το νέο σου μπάρκο σκέψου
αφού είσαι πάλι έτοιμος
λιμάνι μόλις πιάσεις να μπαρκάρεις.
Κι είναι το σκάφος σου όμορφο
την κλάση έψαξες στο νηολόγιο.
Πορείες του χάραξες με το ιδιόμορφο
αυτό της καρδιάς σου τ' ανεμολόγιο
κι είδες πως άντεξε...
Με τέτοια χαρτιά του νηογνώμονα
θα σε περνούσα για αγνώμονα
αν δε σαλπάρεις.
Καλό ταξίδι το λοιπόν...
Κάποια στιγμή στα ανοιχτά
καιρό γαλάζιο πάλι σαν δεις
όσα χρωστάς να θυμηθείς.
Κι αφού παιδί δεν είσαι πια
και τα όνειρα που γέρασες
έγιναν ευχολόγια
τον τρόπο ψάξε και θα βρεις
το ευχαριστώ που έχεις να πεις
μη μείνει μόνο λόγια...
(στη Λίνα 11/01)
10 Ιανουαρίου 2012
Ομοιοκατάληκτοι
Ομοιοκατάληκτοι
Του νιάτου ποίημα
του βίου στιχάκι
του γηρατειού μου λέξεις τραγικές
ομοιοαρχίσαμε
μα δεν ομοιοκαταλήξαμε...
8 Ιανουαρίου 2012
Τοσίτσα - Βαρδάρης
Τοσίτσα - Βαρδάρης
Για τον Βαγγέλη σου μιλώ τον νταλικέρη.
Καλό παιδί, το σινάφι τον ξέρει.
Σε γάμο ζήτησε την καλή του
να μπει στο σπίτι και στην αυλή του.
Στο κομμωτήριο της οδού Τοσίτσα
ο φίλος τους Μπάμπης την ορμηνεύει:
"Άκου μωρό" χολωμένος στη Νίτσα
"τον Βάγγο κι εμένα γυναίκα καμιά δε μας δουλεύει".
Μα η μικρή κομμωτριούλα
την ευκαιρία να γίνει κυριούλα
δε χάνει. Κι αφού δεν είχε ούτε προίκα
αλλόφρων τρέχει στη νταλίκα.
"Βαγγέλη, ο Μπάμπης το και το"...
κι ένα σκισμένο δείχνει βρακάκι.
Καθόλου δεν άργησε το μακελειό
μόνα τεκμήρια ένα στιλέτο και το αίμα πάνω στο πατάκι.
Ο Μπάμπης κανείς δεν έμαθε που είναι θαμμένος.
Στα σίδερα ισόβια ο Βαγγέλης, σαλεμένος.
Το κομμωτήριο εδώ και χρόνια στη Στουρνάρη.
Η Λένα που ανέβηκε στη Σαλονίκη
στις πιάτσες γέρασε του Βαρδάρη.
Καλό παιδί, το σινάφι τον ξέρει.
Σε γάμο ζήτησε την καλή του
να μπει στο σπίτι και στην αυλή του.
Στο κομμωτήριο της οδού Τοσίτσα
ο φίλος τους Μπάμπης την ορμηνεύει:
"Άκου μωρό" χολωμένος στη Νίτσα
"τον Βάγγο κι εμένα γυναίκα καμιά δε μας δουλεύει".
Μα η μικρή κομμωτριούλα
την ευκαιρία να γίνει κυριούλα
δε χάνει. Κι αφού δεν είχε ούτε προίκα
αλλόφρων τρέχει στη νταλίκα.
"Βαγγέλη, ο Μπάμπης το και το"...
κι ένα σκισμένο δείχνει βρακάκι.
Καθόλου δεν άργησε το μακελειό
μόνα τεκμήρια ένα στιλέτο και το αίμα πάνω στο πατάκι.
Ο Μπάμπης κανείς δεν έμαθε που είναι θαμμένος.
Στα σίδερα ισόβια ο Βαγγέλης, σαλεμένος.
Το κομμωτήριο εδώ και χρόνια στη Στουρνάρη.
Η Λένα που ανέβηκε στη Σαλονίκη
στις πιάτσες γέρασε του Βαρδάρη.
6 Ιανουαρίου 2012
Ακυβέρνητοι
Ακυβέρνητοι
Μας κλέβει ο άνεμος.
Κι η θέρμη του φιλιού γίνεται θάνατος
την εγκατάλειψη πριν διατάξεις
σα βολοδέρνει
το σκάφος ακυβέρνητο ο βοριάς που σέρνει.
Και πέφτει η νύχτα.
Τα όνειρα στα δάκρυά μας πνίχτα
ενώ οι αγέρηδες στο πέλαγο κοπάζουν
φριχτή η σιωπή κι οι ελπίδες μας δειλιάζουν.
Γερό σκαρί.
Πώς να πιστέψεις ότι θ' αντέξει ως το πρωί
μ' αυτό, εκεί...
Μ' όλα τα φώτα αναμμένα περιμένει
το πλήρωμα που βιάστηκε
το παγωμένο ρεύμα παρασέρνει.
Με δυο σωσίβια ναυαγοί...
Οι ψίθυροι πια.
Ξέμακροι, σ' αύτη τη σκοτεινή
τη θάλασσα που γέμισε συντρίμμια
και το φεγγάρι
με την ανταύγεια τη θολή
στα δυο πνιγμένα τα κορμιά να δίνει χάρη.
Κι η θέρμη του φιλιού γίνεται θάνατος
την εγκατάλειψη πριν διατάξεις
σα βολοδέρνει
το σκάφος ακυβέρνητο ο βοριάς που σέρνει.
Και πέφτει η νύχτα.
Τα όνειρα στα δάκρυά μας πνίχτα
ενώ οι αγέρηδες στο πέλαγο κοπάζουν
φριχτή η σιωπή κι οι ελπίδες μας δειλιάζουν.
Γερό σκαρί.
Πώς να πιστέψεις ότι θ' αντέξει ως το πρωί
μ' αυτό, εκεί...
Μ' όλα τα φώτα αναμμένα περιμένει
το πλήρωμα που βιάστηκε
το παγωμένο ρεύμα παρασέρνει.
Με δυο σωσίβια ναυαγοί...
Οι ψίθυροι πια.
Ξέμακροι, σ' αύτη τη σκοτεινή
τη θάλασσα που γέμισε συντρίμμια
και το φεγγάρι
με την ανταύγεια τη θολή
στα δυο πνιγμένα τα κορμιά να δίνει χάρη.
5 Ιανουαρίου 2012
Πίτα με γύρο
Πίτα με γύρο
Μια πίτα επιθύμησα με γύρο,
πόσο ακόμα στον ατμό να μαγειρεύω.
Γερμένος από προβλήματα πριν γείρω
έπαψα γύρω πίτες να γυρεύω.
Συμβιβασμένοι υπάρχουν γύρω κι άλλοι
μα έμαθαν από μικροί στις πίτες.
Βίαια τους τραβούν απ’ το κεφάλι
βρώμικοι φελλοί που κλείνουν τρύπες.
Μια πίτα άλλωστε η ζωή
μα πάντα ακούμε λάθος.
Λαίμαργα όσους ξεγέλασε μια πίτα με τυρί
είδαν πόσο πονάει ο λάρυγγας στο βάθος.
πόσο ακόμα στον ατμό να μαγειρεύω.
Γερμένος από προβλήματα πριν γείρω
έπαψα γύρω πίτες να γυρεύω.
Συμβιβασμένοι υπάρχουν γύρω κι άλλοι
μα έμαθαν από μικροί στις πίτες.
Βίαια τους τραβούν απ’ το κεφάλι
βρώμικοι φελλοί που κλείνουν τρύπες.
Μια πίτα άλλωστε η ζωή
μα πάντα ακούμε λάθος.
Λαίμαργα όσους ξεγέλασε μια πίτα με τυρί
είδαν πόσο πονάει ο λάρυγγας στο βάθος.
4 Ιανουαρίου 2012
Αντιπαροχή
Αντιπαροχή
Με προσφορές σε ανοιχτούς φακέλους
διαπραγματεύτηκες την αγάπη
κερδοσκόπε εργολάβε πολύτιμων αντιπαροχών.
Ασύδοτη ελευθερία εξαγόρασες
μονάχα απ' όσους υποχρεώθηκαν
τα θέλω σου επιλογές τους να δεχτούν.
Γιατί της ματαιότητας βύζαξες το ανούσιο γάλα.
Κι όταν οι κυνόδοντες φύτρωσαν
με αίμα ξεδίψασες την υπεροψία.
Δύσπεπτη η αλαζονεία
ποτέ δε χόρτασε το λαίμαργο στομάχι.
Στον εξαιρετικό αναδευτήρα της νόησης
τα όνειρα των άλλων σε εφιάλτες μετουσίωνες.
Με επιδέξια δάχτυλα έπλαθες τη φαντασία τους
που πάντα σε φαντάσματα μεταμόρφωνες.
Και λες δε βρέθηκε ποτέ κανείς...
Όμως για ψάξε ποιός είναι αυτός
που σ' έκανε να μετανιώσεις
για όσα εσύ πίστεψες πως σου προσέφερε.
Λουλουδιασμένο χαρτί τουαλέτας
σταμάτα σ' άλλους να πουλάς αφού δεν αγοράζεις.
Μεγάλωσες...
Μάθε πως ότι όμορφο αξίζει το κρεμούν σε κάδρο
και όσα άχρηστα βρωμούν τα ρίχνουν στον κάδο.
διαπραγματεύτηκες την αγάπη
κερδοσκόπε εργολάβε πολύτιμων αντιπαροχών.
Ασύδοτη ελευθερία εξαγόρασες
μονάχα απ' όσους υποχρεώθηκαν
τα θέλω σου επιλογές τους να δεχτούν.
Γιατί της ματαιότητας βύζαξες το ανούσιο γάλα.
Κι όταν οι κυνόδοντες φύτρωσαν
με αίμα ξεδίψασες την υπεροψία.
Δύσπεπτη η αλαζονεία
ποτέ δε χόρτασε το λαίμαργο στομάχι.
Στον εξαιρετικό αναδευτήρα της νόησης
τα όνειρα των άλλων σε εφιάλτες μετουσίωνες.
Με επιδέξια δάχτυλα έπλαθες τη φαντασία τους
που πάντα σε φαντάσματα μεταμόρφωνες.
Και λες δε βρέθηκε ποτέ κανείς...
Όμως για ψάξε ποιός είναι αυτός
που σ' έκανε να μετανιώσεις
για όσα εσύ πίστεψες πως σου προσέφερε.
Λουλουδιασμένο χαρτί τουαλέτας
σταμάτα σ' άλλους να πουλάς αφού δεν αγοράζεις.
Μεγάλωσες...
Μάθε πως ότι όμορφο αξίζει το κρεμούν σε κάδρο
και όσα άχρηστα βρωμούν τα ρίχνουν στον κάδο.
3 Ιανουαρίου 2012
Σμαρτφον
Σμαρτφον
Στου κινητού τις επαφές
ρυθμίζοντας κατηγορίες,
απ' έξω μένεις μόνο εσύ
και ψάχνω να βρω αιτίες.
Στους "Φίλους" θα σε έβαζα
αν ήσουν φιλική
μα όσες φορές μιλήσαμε
πλημμύριζες χολή.
Θα άνηκες στους "Συγγενείς"
αν είχαμε ίδιο αίμα.
Έλα που μου το ρούφηξες.
Tο ζάχαρο να βρει ο γιατρός ακόμα έχει θέμα.
Στους "Συνεργάτες" για να μπεις
θέλει συνεργασία
κι εμείς οι δυο ταιριάξαμε
μόνο στη συνουσία.
Είπα μήπως μπερδεύτηκα
κι ανήκεις στους "Πελάτες".
Όμως σ' ότι κι αν πρόσφερα
μου γύριζες τις πλάτες.
Μια ομάδα κάποτε έκανα
για σένα μόνο: "Το μωρό μου".
Κρίμα, τη μέρα που έφυγες
κλέψαν το κινητό μου.
Αλλού να σ' εντάξω δεν μπορώ
κι έτσι αφού είδα κι απόειδα,
μία καινούργια έφτιαξα
για όσους μας έπιασαν κορόιδα...
...με τ' όνομα "Έλεος και ήμαρτον"
για να χτυπά αθόρυβα στο νέο μου σμαρτφον.
1 Ιανουαρίου 2012
2012
2012
Στους θρήνους γεννήθηκες
κι η μαία σ' έλουσε στων οδυνών
τα δάκρυα, όχι μιας μάνας
μα των αλύτρωτών της των παιδιών.
Κι είναι θαρρείς πρώτη φορά
που ο συνετός δεν περιμένει
φλεγματικά δεν προσδοκά
από τη γέννηση αυτή κι ελπίδα δεν παίρνει.
Όμως εμείς, δυο τρεις τρελοί
της σκιάς του κόσμου οι λαοί, πλέρια ποθούμε
μ' αθερινόδιχτα σκισμένα έχουμε βγει
και στην αλίευση την εύλογη μοχθούμε.
Ευχή, να 'ναι καλή η ψαριά.
Μα αν πάλι άδειο μείνει το πιάτο
καινούργιο δίχτυ ας πλέξουμε αυτή τη χρονιά
με φλόγας νήμα.
Το τρύπιο καιρός να βυθιστεί στον πάτο.
κι η μαία σ' έλουσε στων οδυνών
τα δάκρυα, όχι μιας μάνας
μα των αλύτρωτών της των παιδιών.
Κι είναι θαρρείς πρώτη φορά
που ο συνετός δεν περιμένει
φλεγματικά δεν προσδοκά
από τη γέννηση αυτή κι ελπίδα δεν παίρνει.
Όμως εμείς, δυο τρεις τρελοί
της σκιάς του κόσμου οι λαοί, πλέρια ποθούμε
μ' αθερινόδιχτα σκισμένα έχουμε βγει
και στην αλίευση την εύλογη μοχθούμε.
Ευχή, να 'ναι καλή η ψαριά.
Μα αν πάλι άδειο μείνει το πιάτο
καινούργιο δίχτυ ας πλέξουμε αυτή τη χρονιά
με φλόγας νήμα.
Το τρύπιο καιρός να βυθιστεί στον πάτο.
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)