Σεπτέμβρης
Ονειρεύτηκα πάλι τον πατέρα πως έχασα
κι ότι έπιανα μέσα στο παιδικό μου το χέρι
κερί που έλιωνε και στο πάτωμα έρεε
και το δάκρυ μαζί του ένα γινόταν
Στο επίμονο αυτό κάθε νύχτας το όνειρο
που το είδα ξανά πάλι τούτο το βράδυ
ξένος ο χώρος
χαμένος στη δική μου τη στέγη
ονειρεύτηκα πως ήμουνα μόνος
Περισσότερο όμως με τρομάζει που ξύπνησα
κι όχι μόνος
δες κι εσύ
πιο νωρίς τέλειωσε φέτος ο Αύγουστος
Πελιδνή γύρω η φύση
κοίτα πώς χλόμιασε
το παλιό πια δεν είναι μαζί μας
Της Ευρώπης του νότου η ματιά πώς υγραίνεται...
Ξέρεις μάνα καμιά
για το σπλάχνο της ν' αρμέγει ελπίδες;
Περιμένω κι εγώ μαζί μ' όλους την άνοιξη
κι ας γνωρίζω πως θα αργήσει ν' ανθίσει
κι ότι έπιανα μέσα στο παιδικό μου το χέρι
κερί που έλιωνε και στο πάτωμα έρεε
και το δάκρυ μαζί του ένα γινόταν
Στο επίμονο αυτό κάθε νύχτας το όνειρο
που το είδα ξανά πάλι τούτο το βράδυ
ξένος ο χώρος
χαμένος στη δική μου τη στέγη
ονειρεύτηκα πως ήμουνα μόνος
Περισσότερο όμως με τρομάζει που ξύπνησα
κι όχι μόνος
δες κι εσύ
πιο νωρίς τέλειωσε φέτος ο Αύγουστος
Πελιδνή γύρω η φύση
κοίτα πώς χλόμιασε
το παλιό πια δεν είναι μαζί μας
Της Ευρώπης του νότου η ματιά πώς υγραίνεται...
Ξέρεις μάνα καμιά
για το σπλάχνο της ν' αρμέγει ελπίδες;
Περιμένω κι εγώ μαζί μ' όλους την άνοιξη
κι ας γνωρίζω πως θα αργήσει ν' ανθίσει