Μονοξείδιο
Σε είδα λεχώνα σ' ασπρισμένο δωμάτιο
με το κλάμα του γιου ν' ανασαίνεις
Τα χρόνια κυλούσαν με ένα μόνο γραμμάτιο
το μονάκριβο σπλάχνο αυτό ν' ανασταίνεις
Της ζωή σου αγώνας το βλαστάρι που φύτρωσε
όλα γύρω χειμώνας και προσμένεις ν'ανθίσει
Ροδαμίζει κι ανθεί και νομίζεις σε λύτρωσε
Ο αγρός που όλοι σπείραμε ολάκερος έχει πενθήσει
Είναι η γη μας η άγονη που τ' ατροφεί
είναι κι εμείς που τα προσφέρουμε στη γη τροφή
Χέρια ψηλά προφέσορες σοφοί
και πάλι τεκνοκτόνοι μπρος στην καταστροφή
Κλάψαμε όλοι και φωνάξαμε ντροπή
ήταν παιδιά αυτά κι εμείς μεγάλοι
μα δεν τολμήσαμε και πάλι ανατροπή
τα όνειρα τους πνίξαμε σ ένα μαγκάλι
Ενδόριστος 1/3/1013